Ο Νίκος Καζαντζάκης μιλάει για την ελληνική φύση την Πελοπόννησο, τα κάστρα της, την ελληνική ψυχή

 Δημ.-  Έχετε ταξιδέψει αρκετά στη ζωή σας, πείτε μας για το ταξίδι σας στην Πελοπόννησο και την φύση της.

 Καζαντζάκης- Η Πελοπόννησος, η γριά Μάνα, στάθηκε πάντα η κοιτίδα του Ελληνισμού, έδαφος ιερό, γόνιμο με όλες τις χάρες του νησιού και της στεριάς. Ο «ο κατακαημένος  Μοριάς» δέχτηκε όλα τα χτυπήματα της δυστυχίας και της δόξας, από τον γεροπαππού του Αγαμέμνονα ως το γέρο του Μοριά. Γαλήνια, ανεξάντλητη η γοητεία του Κορινθιακού κόλπου. Βαθιά , μεσογειακή χαρά του ματιού. Πέρα τα βουνά γαλάζια, ανάερα, κυματίζουν, αχνίζουν λες μέσα στο φως, ολόγυμνα και λιάζουνται σαν αθλητές. Όσες φορές και ν’αντικρίσεις το θέαμα τούτο, η καρδιά δε χορταίνει. Το ελληνικό τοπίο επιδρά στη ψυχή του ανθρώπου σαν μουσική, το τοπίο μένει το ίδιο, μα η ψυχή που το δέχεται θαμπώνεται. Και βέβαια το φως είναι ο πρωταγωνιστής ήρωας σ’όλα τα τοπία της Ελλάδας.

 Δημ.- Τι είναι τα κάστρα πέρα από αυτό που βλέπουμε;

 Καζαντζάκης- Τα κάστρα εξασκούν μυστηριώδη γοητεία στην ψυχή του ανθρώπου. Όταν μέσα από τον κάμπο ορθώνεται ξάφνου στο βάθος του ορίζοντα ένα απότομο βουνό και στην κορφή του ξεχωρίζεις μιάν κορόνα από μισογκρεμισμένα μουράγια και πύργους και πολεμίστρες, η ψυχή σου τινάζεται και αντρειεύει θαρρείς και ζώνει τ’αρματα κι είναι έτοιμη να πάρει και να εκτελέσει τώρα μεγάλες απόφασες. Το κάστρο μας θυμίζει το οχυρό αυτό σημείο που δε θα θέλαμε ποτέ να παραδώσουμε , το στερνό καταφύγιο της συνείδησης, της αξιοπρέπειας και της αντρείας.

 Δημ.- Έχουμε ταυτίσει τις τύχες μας με τον δυτικό πολιτισμό, τρώμε, ντυνόμαστε, κατοικούμε, ενεργούμε, στοχαζόμαστε, κάτω από την επίδραση του. Εμείς που βρισκόμαστε, ποια είναι η δική μας εθνική απόχρωση;

 Καζαντζάκης.- Εμείς βρισκόμαστε ανάμεσα  Ανατολής και Δύσης. Προνομιούχα λένε, είναι η θέση της Ελλάδας και ψυχικό σημείο του κόσμου. Μέσα μας υπάρχουν βαθιές δυνάμεις, εχθρικές στο ρυθμό της Δύσης. Έχουμε, για να μπορέσουμε να δημιουργήσουμε, να συμφιλιώσουμε μέσα μας τρομερούς δαιμόνους. Δεν μπορούμε ν’αρνηθούμε μήτε την Ανατολή μήτε τη Δύση, είναι μέσα μας βαθιά και οι δύο αντίδρομες δυνάμεις και δεν ξεκολλούν. Είμαστε υποχρεωμένοι ή να φτάσουμε στο λαμπικάρισμα της Ανατολής σε Δύση, να πετύχουμε δηλαδή μια δυσκολότατη σύνθεση ή να χαροπαλεύουμε δούλοι.

 Δημ.- Δύσκολο έργο…

 Καζαντζάκης- Εγινε κάποτε και σωθήκαμε. Ζείτε μέσα σας όλες τις δυνάμεις που σας έδωκε η Ελλάδα , δουλεύετε μέρα και νύχτα. Να σας θυμίσω μια φράση του Δραγούμη «μου αρέσει να νιώθω κι εγώ καμιά φορά πως είμαι ένας από τους πολλούς και περαστικούς άρχοντες του Ελληνισμού και πρέπει να περάσει κι από μένα ο ελληνισμός για να προχωρήσει».

 Δημ.- Από πού μπορούμε να αντλήσουμε δύναμη τις δύσκολες στιγμές;

 Kαζαντζάκης,- Όταν σημάνει η ιστορική στιγμή της διάλυσης, χρειάζεται μεγάλος αγώνας να κρατήσεις την ψυχή σου οργανωμένη. Για να πιαστείς, να μην παρασυρθείς, σωστή μέθοδος είναι να συγκεντρώσεις το νου σου σε μια μεγάλη ψυχή που φύτρωσε και κάρπισε στα χώματα οπού ζεις. Θα συγκέντρωνα το νου μου γύρα από την πλούσια, ορμητική, παμπόνηρη, παλικαρίσια ψυχή του Κολοκοτρώνη. Όταν οι καλαμαράδες πελάγωναν, ο Κολοκοτρώνης έβλεπε τη απλούστερη, σωστότερη λύση. Μαλακός και καλόκαρδος όταν σύφερνε το μεγάλο σκοπό, σκληρός κι άγριος όταν έπρεπε. Σκληρός κι άγριος προπάντων στον εαυτό του. Έβλεπε απλά και γι’αυτό άσφαλτα. Είχε την ορμή και το μέτρο, ήξερε να υποχωρεί για να προχωρεί , κυκλωμένος από εχτρούς, Ρωμιούς και Τούρκους, ήταν ανάγκη να επιστρατεύσει  όλη του την παλικαριά και την πανουργία για να μη χαθεί το Γένος. Ο Κολοκοτρώνης με όλα του τα προτερήματα κι ελαττώματα είναι ένας από τους αρχηγούς της ράτσας μας . Εδώ στην Τριπολιτσά, που την πήρε με το μυαλό του και το σπαθί του, το χνότο του μένει ακόμα σκόρπιο στον αγέρα, κι ένας νέος μπορούσε με την υπομονή  και τη συγκέντρωση να συμπυκνώσει πρότυπο και οδηγό τον αδάμαστο Γέρο του Μοριά.  Κι έτσι σε μάχη πια αόρατη και ψυχική, να νικήσει πάλι και να κουρσέψει την Τριπολιτσά.

 Δημ.- Θα τα καταφέρει η Ελλάδα;

 Καζαντζάκης.-  Η ελληνική φυλή ήταν πάντα, είναι ακόμα, η φυλή που έχει το επικίντυνο μέγα προνόμιο να κάνει θάματα. Όπως όλες οι δυνατές, μεγάλης αντοχής φυλές, κι η ελληνική μπορεί να φτάσει στον πάτο του γκρεμού, κι ακριβώς εκεί , στην πιο κρίσιμη στιγμή, να δημιουργήσει το θάμα. Επιστρατεύει όλες της τις αρετές και πετιέται μονομιάς, χωρίς διάμεσους σταθμούς, στην κορυφή της λύτρωσης.  Το απότομο τούτο, απρόβλεπτο από το λογικό, ανατίναγμα προς τ’απάνω ονομάζεται θάμα. Όλη μας η ιστορία δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένα βίαιο επικίντυνο δρασκέλισμα από τον χαμό στη σωτηρία.

 Πείτε μου μια ιστορία

Στη Χίο έζησα δυό χρόνια, είναι ένα νησί αγαπημένο, ένας μικρός θησαυρός μέσα μου. Δεν θα ξεχάσω τα χωριά της βορείου Χίου. Το οδοιπορικό μου στα χωρία αυτά θα μου μείνει αλησμόνητο, γιατί στην ουσία ήταν ένα οδοιπορικό στις ψυχές των Χιωτών ναυτικών. Με συγκίνηση ακόμη  θυμάμαι τους γέροντες ναυτικούς να μου αφηγούνται τις προσωπικές θαλασσινές ιστορίες τους στους καφενέδες των χωριών. Αυτοί οι άνθρωποι κατείχαν την τέχνη της αφήγησης, ύφαιναν με λιτό, ανεπιτήδευτο λόγο  τις περιπέτειες τους .Κάθε ιστορία τους ήταν ένα μαγευτικό και συναρπαστικό αφήγημα.  Σήμερα οι άνθρωποι δεν έχουν να αφηγηθούν συναρπαστικές ιστορίες. Ίσως επειδή η ζωή μας  σήμερα είναι πιο ασφαλής και προβλέψιμη, ίσως επειδή η πανταχού παρούσα, τηλεόραση έχει υποκαταστήσει την άμεση επικοινωνία σε μεγάλο βαθμό. Πριν από καιρό διάβασα ότι γίνεται στην Λατινική Αμερική κάθε χρόνο ένα διεθνές συνέδριο προφορικής αφήγησης, οπου άνθρωποι συγκεντρώνονται από διάφορα μέρη του κόσμου για να ακούσουν και να αφηγηθούν ιστορίες. Μιλώντας σ’αυτό το συνέδριο ένας αφρικάνος αφηγητής είπε «το να λες ιστορίες είναι σα να βάζεις ψωμί στο τραπέζι του κόσμου».

YOU MAY ALSO LIKE

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *