η ζωή ένα ταξίδι προς την ωριμότητα συνέντευξη με τηνΝινέττα Δυοβουνιώτου,κλινικό ψυχολόγο, ψυχοθεραπεύτρια ομάδας,ζευγαριού, οικογένειας

 

 

Ζούμε ή επιβιώνουμε; Τι σημαίνει ζω;

Επιβιώνω σημαίνει: Καταφέρνω να μένω ζωντανός παρά τις αντίξοες      συνθήκες που αντιμετωπίζω.

Ζω ως βιολογικό ον σημαίνει: Γεννιέμαι, μεγαλώνω, αναπαράγομαι, αναπτύσσομαι, ενώ από κάποιο σημείο και μετά ακολουθεί μια σταδιακή αντίστροφη, δηλαδή φθίνουσα πορεία μέχρι τον θάνατο.

Ο ζωντανός και ψυχικά υγιής άνθρωπος είναι ισορροπημένος, ευέλικτος, με ικανότητα διαχείρισης των αναπόφευκτων δοκιμασιών και ικανότητα προσαρμογής στα καινούργια δεδομένα!

Στις μέρες μας, όλο και περισσότεροι άνθρωποι αγωνίζονται, προκειμένου να επιβιώσουν, αλλά δεν ζουν, κυρίως όσον αφορά την ψυχοσυναισθηματική τους υγεία.

Είναι ευρέως γνωστό ότι ψυχοσυναισθηματικές διαταραχές, όπως είναι η κατάθλιψη και το άγχος βρίσκονται σε έξαρση καθώς και η λήψη πάσης φύσεως παυσίλυπων!!!

 

Με ποιο τρόπο το σώμα μας φανερώνει ό,τι συμβαίνει στην συναισθηματική μας ζωή; Πόσο σημαντική είναι η αυτοπαρατήρηση;

Σώμα και ψυχισμός επικοινωνούν και αλληλοεπιδρούν διαρκώς.

Η σωματική μας κατάσταση είναι καθρέφτης της ψυχικής μας ζωής.

Διάφορες έρευνες, όπως και η κλινική μου εμπειρία δείχνουν ότι, όταν δυσλειτουργεί η ψυχή, μοιραία, κάποια στιγμή, θα δυσλειτουργήσει και το σώμα!

Όλα ξεκινούν από μια διαταραχή στην λειτουργία των διαφόρων οργάνων, χωρίς ανατομική βλάβη. Όμως χρόνια υπερλειτουργία, άρα καταπόνηση, μπορεί να οδηγήσει σε νόσο.

Η επιστήμη της ψυχοανοσολογίας ερευνά τις επιπτώσεις διάφορων ψυχοσυναισθηματικών διαταραχών, αλλά και ψυχοκοινωνικών παραγόντων πάνω στο ανοσοποιητικό σύστημα του ανθρώπου.

Η σύγχρονη ιατρική προσεγγίζει τον ασθενή ψυχοσωματικά, άρα τον φροντίζει ταυτόχρονα σε σωματικό και σε ψυχικό επίπεδο.

Είναι γνωστό ότι μια σειρά σωματικών νοσημάτων, ξεκινώντας από τα σχετικώς πλέον ανώδυνα δερματικά νοσήματα, μέχρι τα πιο σοβαρά, όπως τα καρδιαγγειακά νοσήματα, η υπέρταση, το άσθμα, το σύνδρομο του ευερέθιστου εντέρου, ο καρκίνος, η στυτική δυσλειτουργία, και η ψυχογενής αμηνόρροια σχετίζονται με ψυχικές διαταραχές, όπως η κατάθλιψη και το άγχος.

Αξίζει βέβαια να σημειωθεί ότι ισχύει και το αντίστροφο, δηλαδή η σωματική υγεία επηρεάζει την ψυχική. Άνθρωποι που πάσχουν από χρόνια νοσήματα, κάποια στιγμή εμφανίζουν, φυσιολογικά, ως δευτερογενή αντίδραση, άγχος για την ζωή τους και κατάθλιψη λόγω της απώλειας της υγείας τους και της ζωής που είχαν.

Η αυτοπαρατήρηση είναι εξαιρετικά σημαντική και αποτελεί βασική πηγή αυτογνωσίας.

Ακούγεται ίσως εύκολο, όμως η κλινική μου εμπειρία δείχνει ότι είναι αρκετά δύσκολο και συχνά οδυνηρό, το να γίνεται κάποιος αντικειμενικός παρατηρητής του εαυτού του, επομένως και των κακών του πλευρών!

Τι μπορεί να παρατηρήσει κάποιος; Διάφορες επαναλαμβανόμενες δυσλειτουργικές συμπεριφορές  και πώς αυτές συνδέονται με την οικογενειακή του ιστορία, την ιδιοσυγκρασία και τις εμπειρίες του.

 

Πολλοί άνθρωποι ταλαιπωρούνται από παρελθοντικές τραυματικές εμπειρίες. Επιστημονικές έρευνες έχουν δείξει  οι άνθρωποι συχνά εγκλωβίζονται σε αυτές τις οδυνηρές αναμνήσεις και σπάνια θεραπεύονται. Γιατί συμβαίνει αυτό;

Ταλαιπωρείται από παρελθοντικές τραυματικές εμπειρίες όποιος δεν τις έχει επεξεργαστεί επαρκώς  με συνέπεια να μην έχει ολοκληρώσει την απαιτούμενη διαδικασία του πένθους.

Οι άνθρωποι τείνουν να απωθούν στο ασυνείδητό τους οτιδήποτε τους δυσαρεστεί, όμως αυτό δεν αποτελεί λύση, εφόσον το απωθημένο υλικό τείνει να επανεμφανίζεται και ο άνθρωπος είναι αναγκασμένος να δαπανά πολλή ψυχική ενέργεια, προκειμένου να μην αποκτήσει επίγνωση των δυσάρεστων!

Δεν μπορεί να υπάρξει ανάπαυση προτού  υπάρξει αποδοχή, κάθαρση και απολύτρωση.

Όποιος δεν μπορεί να κάνει σωστή ψυχική επεξεργασία των δυσάρεστων βιωμάτων του ή/και να εκφορτίσει τις εντάσεις του, αυτός οδηγείται συχνά σε μια ασυνείδητη ψυχαναγκαστική επανάληψη, έναν μηρυκασμό των οδυνηρών γεγονότων σε μια προσπάθεια εκτόνωσης ή εξεύρεσης καινούργιων τρόπων διαχείρισης.

Ας σημειωθεί επίσης ότι υπάρχει μια γενικότερη τάση του ανθρώπου να επαναλαμβάνει συγκεκριμένους τύπους συγκρούσεων, οι οποίες έχουν την ρίζα τους στην παιδική του ηλικία.

Οι επαναλήψεις αυτές ανιχνεύονται από τον ψυχολόγο και αποτελούν πολύτιμο υλικό  στην προσπάθειά του να βοηθήσει τον ασθενή.

Το πένθος δεν  είναι ασθένεια.  Είναι η αντίδραση σε μια πραγματική απώλεια και αποτελεί  φυσιολογική διαδικασία που περνάει από διάφορα στάδια.

 

Όσοι είναι σε θέση να ολοκληρώσουν την συγκεκριμένη διαδικασία, δεν οδηγούνται σε κατάθλιψη.

 

Είμαστε υπεύθυνοι για τον τρόπο που μας φέρονται οι άλλοι;

Εφόσον φερόμαστε άσχημα στους άλλους, φυσιολογικά, αυξάνονται οι πιθανότητες οι άλλοι να μας ανταποδώσουν την  αρνητική προς αυτούς συμπεριφορά μας.

Από την άλλη πλευρά, είμαστε ως ένα βαθμό υπεύθυνοι για την εικόνα που δίνουμε στους άλλους, άρα και για τις αντιδράσεις που αυτή τους προκαλεί.

 

Ως ένα βαθμό, γιατί πολύ συχνά: Α)  Οι άνθρωποι κάνουν αυθαίρετες ερμηνείες με βάση την δική τους προσωπική ιστορία και τα δικά τους βιώματα , Β) Ασυνείδητα προβάλλουν στους άλλους δικές τους αρνητικές σκέψεις και συναισθήματα.

 

Τέλος, είμαστε υπεύθυνοι, εφόσον δεν οριοθετούμε τους άλλους, άρα τους επιτρέπουμε να μας κακοποιούν.

 

Το «όχι», όταν κάτι μας δυσαρεστεί, ή δεν μας βρίσκει σύμφωνους, είναι ένας τρόπος οριοθέτησης.

 

Η αυθεντική-σαφής έκφραση των επιθυμιών και των αναγκών μας δείχνει στους άλλους  πώς θέλουμε να μας συμπεριφέρονται. Όποιος έχει αυτογνωσία και έμαθε να σέβεται τον εαυτό του, επειδή τον σεβάστηκαν οι γονείς που τον μεγάλωσαν, έχει αυξημένες πιθανότητες να το επιτύχει.

 

Πολλοί άνθρωποι πιστεύουν ότι οι άλλοι μπορούν ή/και οφείλουν να μπαίνουν από μόνοι τους στην θέση τους, άρα να μαντεύουν τις ανάγκες και τις επιθυμίες τους. Η πεποίθηση αυτή είναι λανθασμένη.

Άλλοι, σκοπίμως δεν εκφράζονται σε μια προσπάθεια να τεστάρουν τους άλλους. Όταν διαψεύδονται, πληγώνονται και ματαιώνονται.

 

Μια κατάσταση που συχνά προκαλεί άγχος είναι η εσωτερική σύγκρουση ανάμεσα στον νου και την καρδιά. Πώς μπορούμε να βγούμε ενδυναμωμένοι μέσα από μια τέτοια σύγκρουση;

Ψυχαναλυτικά μιλώντας, όπου νους βάζουμε το Εγώ και την Λογική και όπου καρδιά, βάζουμε το Συναίσθημα και το Εκείνο.

Το Εκείνο υπάρχει από την γέννησή μας. Είναι το ενστικτώδες κομμάτι του ψυχισμού μας και λειτουργεί με γνώμονα την προσωπική μας ευχαρίστηση.

Όποιος ζει, βιώνει συγκρούσεις. Είναι φυσιολογικό, δηλαδή αναμενόμενο. Οι ασυνείδητες επιθυμίες μας και τα ένστικτα (=Εκείνο) συγκρούονται με την ηθική μας συνείδηση(= Υπερεγώ) και αυτό που προστάζει η πραγματικότητα. Τότε αναλαμβάνει δράση το Εγώ, το οποίο αναπτύσσει διάφορους αμυντικούς μηχανισμούς, προκειμένου να τα βγάλει πέρα.

Μπορούμε να βγούμε ενδυναμωμένοι από μια σύγκρουση, εφόσον   αναγνωρίσουμε αυτό που μας συμβαίνει,  το αποδεχτούμε και στην συνέχεια  προσπαθήσουμε να το διαχειριστούμε.

Η διαχείριση οδηγεί στην εξεύρεση μιας καινούργιας ισορροπίας και δεν είναι πάντα εύκολη υπόθεση, εφόσον προϋποθέτει  την αναγνώριση των δικών μας ελλειμμάτων, αστοχιών και δυσλειτουργιών.

Το να αποδίδουμε στους άλλους την ευθύνη για την κακοδαιμονία της ζωής μας, προσφέρει προσωρινή ανακούφιση, αλλά δεν προσφέρει λύσεις, εφόσον δεν είναι στο χέρι μας να τους αλλάξουμε.

Η ανάληψη της προσωπικής μας ευθύνης και η συνακόλουθη αίσθηση ότι μπορούμε να ελέγχουμε τα πράγματα μας ενδυναμώνει.

Οι αποφάσεις που παίρνουμε στην ζωή μας είναι πάντα συνειδητές;

Όλοι οι άνθρωποι δεν αποφασίζουν με τον ίδιο τρόπο, εφόσον ο καθένας έχει την δική του ιδιοσυγκρασία:

Οι πιο λογικοί  αποφασίζουν αναλύοντας με λογικό τρόπο την κατάσταση, χωρίς συναισθηματισμούς.

Οι παρορμητικοί αποφασίζουν γρήγορα, χωρίς πολλή σκέψη.

Οι αναποφάσιστοι αναβάλλουν την λήψη απόφασης, είτε επειδή αμφιβάλλουν, είτε επειδή είναι πολύ προσεκτικοί.

Οι συναισθηματικοί αποφασίζουν με βάση τα συναισθήματα. Οι αποφάσεις που παίρνονται με βάση το συναίσθημα είναι συνήθως ασυνείδητες, δηλαδή υπαγορεύονται από ασυνείδητα κίνητρα.

 

Οι συμβιβαστικοί αποφασίζουν σύμφωνα με τις προτροπές ή/και τις προσδοκίες των άλλων.

Οι διαισθητικοί αποφασίζουν περισσότερο με βάση αυτό που τους υπαγορεύει ο εαυτός τους, παρά οι διάφοροι εξωτερικοί παράγοντες!!

 

 

 

 

Μέσα στην οικογένεια ποια σχέση έχει προτεραιότητα; Η σχέση ανάμεσα στον άνδρα και την γυναίκα ή η σχέση ανάμεσα στους γονείς και τα παιδιά;

Η σχέση που  ο καθένας από εμάς διατηρεί με τον ίδιο του τον εαυτό προηγείται της σχέσης ανάμεσα στον άνδρα και την γυναίκα ή της σχέσης ανάμεσα στους γονείς και τα παιδιά.

 

Έχω καλή σχέση με τον εαυτό μου σημαίνει ότι τον γνωρίζω.

 

Πολλοί θεραπευόμενοί μου, καθώς προοδεύουν και γνωρίζουν καλύτερα τον εαυτό τους, συνειδητοποιούν ότι μπορούν να προβλέπουν και να κατανοούν ευκολότερα και τις σκέψεις ή αντιδράσεις των άλλων, με συνέπεια η ζωή να τους φαίνεται ευκολότερη!!!

 

Δυο ολοκληρωμένοι άνθρωποι με αυτογνωσία και ικανοποιητικό αίσθημα αυτοεκτίμησης μπορούν να δημιουργήσουν ένα καλό ζευγάρι.

 

Κατά την γνώμη μου το ευρέως διαδεδομένο «αναζητώ το άλλο μου μισό» δεν ισχύει! Δυο μισά δεν δημιουργούν ένα σύνολο. Δυο ολοκληρωμένες οντότητες, ναι!!!

 

Η σχέση που δημιουργείται ανάμεσα στον άντρα και την γυναίκα προηγείται χρονολογικά της σχέσης που αναπτύσσεται ανάμεσα στους γονείς και τα παιδιά.

 

Το ζωντανό παράδειγμα του γονεϊκού ζευγαριού επηρεάζει αποφασιστικά την άποψη που ένα παιδί διαμορφώνει για τις διαφυλικές σχέσεις και τον τρόπο με τον οποίο το ίδιο, ως ενήλικος, θα αντιμετωπίζει το άλλο φύλο.

 

Αν η σχέση μεταξύ των γονιών είναι καλή, αυξάνονται οι πιθανότητες να είναι επίσης εξίσου καλή η σχέση που διαμορφώνει ο κάθε γονιός με τα παιδιά του.

 

Διαφορετικά, όπως έχω διδαχθεί τόσο από την προσωπική όσο και από την κλινική μου εμπειρία, οι γονείς μεταθέτουν ή εκτονώνουν πάνω στα παιδιά τους τον θυμό που έχουν για τον σύντροφό τους.

 

 

Τί εννοείτε, όταν λέτε να γίνουμε προπονητές του εαυτού μας;

Σε πιο έμπειρους θεραπευόμενούς μου προτείνω να γίνονται προπονητές του εαυτού τους, δηλαδή να συνεχίζουν και εκτός συνεδριών την επεξεργασία των θεμάτων που τους απασχολούν.

Τα διαστήματα που μεσολαβούν ανάμεσα στις συνεδρίες είναι εξίσου σημαντικά και είναι χρόνος αυτοπαρατήρησης, αυτοδιαχείρισης , αφομοίωσης όσων έχουν ήδη ειπωθεί, αλλά και διαβάσματος.

Το γράψιμο είναι επίσης ένας καλός τρόπος, προκειμένου κάποιος να βάλει σε τάξη τις σκέψεις του.

Αντιμετωπίζω την ψυχοθεραπεία ως μια συνεργασία μεταξύ δυο ισότιμων συνομιλητών, όπου ο θεραπευτής διαθέτει εξειδικευμένες γνώσεις και (καλώς εχόντων των πραγμάτων) περισσότερη αυτογνωσία.

Η προπόνηση περιλαμβάνει την αυτοπαρατήρηση, την καθημερινή εξάσκηση, την αυτορρύθμιση, την αυτοπειθαρχία και τον αυτοέλεγχο.

Η συγκεκριμένη διαδικασία είναι επώδυνη. Υπάρχουν συχνές ματαιώσεις στην διάρκεια της προπόνησης, όταν δεν έχουμε τα επιθυμητά αποτελέσματα καθώς και πιθανή ανάγκη για επαναπροσδιορισμό των στόχων.

Όταν κάποιος προχωρήσει αρκετά, υπάρχει ένα άχαρο στάδιο όπου, ενώ γνωρίζει τί ακριβώς πρέπει να κάνει, συνειδητοποιεί πάντα εκ των υστέρων ότι δεν το έπραξε επαναλαμβάνοντας για ακόμα μια φορά τον κακό του εαυτό.

Για να μην παρεξηγηθώ, αυτό δεν σημαίνει ότι:

Α)  Πρέπει οπωσδήποτε και διαρκώς ν’ αλλάζουμε, άρα να είμαστε μονίμως ανικανοποίητοι!!!

Β) Όποιος θέλει να γίνει προπονητής του εαυτού του,  πρέπει απαραιτήτως να απευθυνθεί σε ψυχολόγο!!

 

Γιατί μιλάμε στον εαυτό μας; Τι σημαίνει η αυτο-ομιλία;

Οι άνθρωποι μιλάμε στον εαυτό μας, συνειδητά ή ασυνείδητα, όλη την ώρα.

 

Του μιλάμε για να τον ενεργοποιήσουμε, να ελέγξουμε τις σκέψεις μας και να κατευθύνουμε τις πράξεις μας.

 

«Ηρέμησε», «Χαλάρωσε», «Συγκεντρώσου», «Θα τα καταφέρεις», είναι λέξεις-κλειδιά που συχνά χρησιμοποιούμε  για να νιώσουμε  πιο σίγουροι, να ξεπεράσουμε το άγχος μας, να αυξήσουμε την αυτοπεποίθησή μας.

 

Έχω να σας αναφέρω και ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα: Κόρη θεραπευόμενής μου πήγε να δώσει τις θεωρητικές εξετάσεις για το δίπλωμα οδήγησης και είχε πολύ άγχος. Δίπλα της καθόταν συνομήλικη νεαρή ψυχολόγος, η οποία επίσης είχε πολύ άγχος, γι’ αυτό κρατούσε διαρκώς το κεφάλι της και μονολογούσε: « Θα τα καταφέρεις!!» Αποτέλεσμα: Η ψυχολόγος τα κατάφερε. Η κόρη της θεραπευόμενής μου, όχι!!!

 

Η αυτο-ομιλία ως τακτική βελτιώνεται όπως όλα τα πράγματα μέσω της πρακτικής άσκησης.

 

Υπάρχουν άνθρωποι που κάνουν ψυχοθεραπείες πολλά χρόνια. Υπάρχει πλέον η αντίληψη ότι σε κάθε νέα φάση της ζωής του ο άνθρωπος χρειάζεται να αρχίσει μια νέα ψυχοθεραπευτική διαδικασία. Ποιος είναι ο ρόλος και η ευθύνη του ψυχοθεραπευτή;

Μέσα από την ψυχοθεραπεία αποκτά κανείς αυτογνωσία, μαθαίνει να αποδέχεται τον εαυτό του ως ένα ενιαίο σύνολο με θετικά και αρνητικά γνωρίσματα και  να διαχειρίζεται τις εκάστοτε συγκρούσεις του.

 

Ο άνθρωπος δεν μετατρέπεται σε ρομπότ, ώστε να μην βιώνει αρνητικά ή αντιφατικά συναισθήματα. Συνεχίζει να τα βιώνει, αλλά δεν φοβάται να τα αναγνωρίζει και μαθαίνει να τα διαχειρίζεται!!!

 

Επιπλέον, η θεραπεία δεν αλλάζει το παρελθόν του ανθρώπου, αλλά μπορεί να τον βοηθήσει να νοηματοδοτήσει με διαφορετικό τρόπο τα γεγονότα της ζωής του, με άλλα λόγια να τον οδηγήσει σε μια αλλαγή προοπτικής.

Η νοητική κατανόηση προηγείται. Η συναισθηματική αφομοίωση αυτών που κατανοήθηκαν καθυστερεί, δηλαδή απαιτεί χρόνο. Αυτός είναι και ο λόγος που οι ψυχοθεραπείες, απαιτούν αρκετό χρόνο, συνήθως μια πενταετία, μέχρι να ολοκληρωθούν.

Όποιος διακόπτει πρόωρα την ψυχοθεραπεία, άρα δεν έχει σταθεροποιηθεί πλήρως, αρχικά μεν θα συνεχίσει να τρέχει στις καινούργιες ράγες που τον είχε βάλει ο θεραπευτής του, αργότερα όμως, θα εκτροχιαστεί, άρα θα τείνει να επανέλθει στα παλιά και γνώριμά του μονοπάτια!!!

Μέσω μιας ολοκληρωμένης ψυχοθεραπείας αποκτά κανείς μια τεχνογνωσία, την οποία μπορεί να εφαρμόζει σε κάθε καινούργια φάση της ζωής του, χωρίς να χρειάζεται να αναζητά κάθε λίγο και λιγάκι κάποιο καινούργιο δεκανίκι.

Παρ’ όλα αυτά, δεν είναι επιλήψιμο, εφόσον παραστεί ανάγκη κάποιος να επανέλθει, προκειμένου να επεξεργαστεί κάτι καινούργιο που του παρουσιάστηκε.

Ο ψυχοθεραπευτής οφείλει, πρωτίστως να είναι καλός άνθρωπος και στην συνέχεια: καταρτισμένος, ευφυής, με αυτογνωσία και υψηλό αίσθημα ενσυναίσθησης μέσω της οποίας μπορεί να μπαίνει στην θέση του θεραπευόμενού του.

 

 

 

Μπορεί ένας ψυχοθεραπευτής να βοηθήσει και να πιστέψει στις δημιουργικές δυνατότητες των πελατών του, όταν ο ίδιος δεν έχει πιστέψει στις δικές του, όταν δεν έχει προστρέξει στον εαυτό του;

Προφανώς όχι. Δεν μπορεί. Συνήθως φερόμαστε στους άλλους όπως έχουμε μάθει από τους γονείς μας να φερόμαστε στον ίδιο μας τον εαυτό!!!

Ο θεραπευόμενος απευθύνεται στον θεραπευτή, προκειμένου μέσα από την ψυχοθεραπευτική σχέση να αποκτήσει μια διορθωτική εμπειρία. Ο θεραπευτής είναι ένα είδος καλοπροαίρετου-αντικειμενικού γονιού για τον θεραπευόμενο.ΔΥΟ

YOU MAY ALSO LIKE

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *